Τα δολοφονημένα παιδιά είναι παιδιά όλων μας. Είναι παιδιά όλων των γονιών όλου του κόσμου. Είναι σαν να τα υιοθετούμε οι μανάδες όλου του κόσμου, σαν να τα κάνουμε δικά μας, μαζί με εκείνα που κοιμίζουμε κάθε βράδυ στα σπίτια μας.
Τα δολοφονημένα παιδιά κουβαλάνε έναν πόνο αβάσταχτο κι ένα παράπονο που όμοιο του δεν υπάρχει σ’ όλη τη γη. Δεν είναι μόνο ο θάνατος που πονά την ψυχή είναι το παράπονο πως κάποιος ήρθε και πήρε τη ζωή του παιδιού σου. Δεν πέθανε το παιδί σου από αρρώστια ούτε από ατύχημα αλλά κάποιος το σκότωσε. Κάποιος θέλησε να πάψει η ζωή του παιδιού σου. Ποιος να το αντέξει αυτό;
Δεν τα αντέχει εύκολα ετούτα τα συναισθήματα ο άνθρωπος κι ακόμα περισσότερο δεν τον αντέχει ο γονιός του νεκρού παιδιού.

Τα δολοφονημένα παιδιά είναι παιδιά όλων μας
Γιατί ο πόνος της απώλειας για τη ζωή που χάθηκε πριν προλάβει να ανθίσει δεν μετριέται. Γιατί ο γονιός που έθαψε εκείνος το παιδί του κι όχι το παιδί τον γονιό δε θα ημερέψει ποτέ του. Γιατί το κομμάτι που σκίστηκε από τη σάρκα της μάνας και θάφτηκε σε ένα λάκκο θα σαπίζει μαζί με τη σάρκα του παιδιού για πάντα. Κι αν όλο αυτό φαντάζει υποφερτό, όταν έχεις γεννήσει τα δικά σου παιδιά, ξέρεις με βεβαιότητα πως δεν είναι καθόλου υποφερτό.
Εξάλλου ακόμα και η ελληνική γλώσσα, η γλώσσα με τις χιλιάδες λέξεις δεν έχει επίθετο που να χαρακτηρίζει τον γονιό που χάνει το παιδί. Ίσως γιατί εκείνοι που έφτιαξαν τη γλώσσα μας θέλησαν να ξορκίσουν έναν τέτοιο θάνατο μην κάνοντάς του τη χάρη να δώσουν έναν χαρακτηρισμό για τον γονιό που χάνει το παιδί. Ή ακόμη κι αυτή η πλούσια γλώσσα να στέρεψε μπρος σε τέτοιο πόνο.
Η μάνα της Ελένης, του Αλέξη, του Παύλου, του Μιχάλη του… της… δεν θα ησυχάσουν ποτέ. Δεν θα πάψουν ποτέ να κοιμούνται σε βρεγμένα μαξιλάρια. Δεν θα πάψουν ποτέ να χύνουν τόνους δάκρυα για ότι με βία τους στέρησαν.
Κι όλοι εμείς, μανάδες και πατεράδες, θα πονάμε μαζί τους στα κρυφά.
Ειδικά για τη μάνα του Αλέξη Γρηγορόπουλου είχα πει δυο λόγια εδώ.
Ας μη ξεχνάμε να είμαστε άνθρωποι.
Ελένη